Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Tα cobόσπιτα (part 3o)

είναι σταθερά; Τι γίνεται με σεισμούς, πλημμύρες κτλ;
Λειτουργούν άψογα, από τις ακραίες κλιματολογικές συνθήκες τια Παταγονίας και των Αλεούτιων νησιών μέχρι τις υψηλότατες θερμοκρασίες στη Σαχάρα. Μέρος από τις μεγάλες πυραμίδες και τμήματα του σινικού τοίχους είναι χτισμένο είναι χτισμένα με χώμα. Ο παλαιότερος κατοικημένος οικισμός στην Αμερική, το Τάος Πουέμπλο είναι χωμάτινο. Παρόλο λοιπόν που δεν υπάρχει εμπεριστατωμένη μελέτη για το συγκεκριμένο θέμα αν παρατηρήσουμε τη συμπεριφορά παλιών καλοχτισμένων κτιρίων και μνημείων, θα δούμε ότι μένουν ανεπηρέαστα για εκατοντάδες χρόνια από τους σεισμούς. Το Σεπτέμβριο του 2004, στο Πανεπιστήμιο της British Columbia ένα κτίριο από cob , διαμέτρου 2 μέτρων και ύψους 1,70, υποβλήθηκε σε σεισμικό τεστ. Το μοντέλο άντεξε εύκολα έναν σεισμό 7,4 ρίχτερ με μικρές μόνο ρωγμές.
Πόσο χρόνο παίρνει η κατασκευή των «φυσικών σπιτιών»;
Συνήθως τα σπίτια αυτά ολοκληρώνονται μέσα σε μια θερινή περίοδο (από Μάρτιο δηλαδή μέχρι Σεπτέμβριο) ανάλογα βέβαια και με το εμβαδό του.
Στην Ελλάδα υπάρχουν σπίτια cob;
Στην Ελλάδα σώζονται ακόμα πλήθος από πέτρινα και πλινθόκτιστα σπίτια, πολλά από τα οποία κατοικούνται ακόμη ή χρησιμοποιούνται ως βοηθητικοί χώροι.
Με τη πολεοδομία στην Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα;
Δεν υπάρχει θέμα αρκεί να αποδειχθεί η στατική επάρκεια ενός τέτοιου κτιρίου, πράγμα πολύ απλό με τη χρήση κάποιου «φέροντος οργανισμού» από ξύλο, μέταλλο ή μπετόν. Το ίδιο ισχύει και στο εξωτερικό.
Ποια είναι η φιλοσοφία πίσω από αυτά τα κτίσματα;
Το βασικό κίνητρο για τη κατασκευή ενός τέτοιου σπιτιού είναι η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής μας. Και άμεσα (κατοικώντας σε αυτό) αλλά και μακροπρόθεσμα, συμβάλλοντας σε έναν πιο φιλικό και οικολογικά καθαρό πλανήτη.
Πως μπορούν να λειτουργήσουν μέσα σε μια πόλη;
Τέτοιου είδους κτίρια μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά σε πόλεις σχεδιασμένες για σπίτια με σωστό προσανατολισμό και ζωτικό χώρο. Σε μια ελληνική μεγαλούπολη θα έχαναν αρκετά από τα πλεονεκτήματά τους.
Μένετε ή έχετε μείνει σε τέτοιο σπίτι; Πως είναι;
Μένω. Η ποιότητα ζωής είναι πολύ ανώτερη από ένα συμβατικό σπίτι. Το κτίριο αναπνέει και διαπνέει τέλεια, οι συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας είναι άριστες και μυρίζει υπέροχα(σε αυτό συντελεί και το κερί με το οποίο είναι περασμένο το χωμάτινο πάτωμα).
Διαβάστε περισσότερα:

Tα cobόσπιτα (part 2o)

Ποσό καιρό ασχολείστε  με τη κατασκευή τέτοιων σπιτιών και πως ξεκινήσατε;
Ασχολούμαι εδώ και επτά χρόνια, ξεκινώντας από ένα σπίτι που χτίσαμε με χώμα στον Νέσσωνα (κοντά στη Λάρισα). Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για κάποιες φυσικές καλλιεργητικές μεθόδους που χρησιμοποιούν τον πηλό, ανακαλύψαμε τις δυνατότητες του ως δομικού υλικού. Αυτό βέβαια δεν είναι νέο, μιας και οι περισσότεροι κάτοικοι του πλανήτη εξακολουθούν να ζουν σε χωμάτινα σπίτια. Το νέο όμως είναι ότι εδώ και είκοσι χρόνια, ξεκινώντας από την Αμερική, εμφανίστηκε ένας νέος όρος, η φυσική δόμηση, η επιλογή δηλαδή του να χτίζεις με τοπικά, φυσικά υλικά και το μικρότερο δυνατό περιβαλλοντολογικό και οικονομικό κόστος.
Πως δουλέψατε σε αυτό το πρώτο σπίτι στον Νέσσωνα;
Καλλιεργήθηκε η ιδέα της κατασκευής μιας αγροικίας με βάση μια από τις πρώτες μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για γήινα σπίτια, το κομπ. Ο όρος κομπ(cob) προέρχεται από μια παλιά αγγλική λέξη που σημαίνει καρβέλι ψωμιού και σβόλος. Έχοντας προϊστορία χιλιάδων χρόνων χρησιμοποιούνταν μέχρι και τα μέσα του περασμένου αιώνα στην Αγγλία, όπου υπάρχουν πεντακοσίων χρόνων χτισμένα έτσι. Με τα χέρια και τα πόδια σχηματίζονται μάζες πηλού αναμεμιγμένου με άμμο και άχυρο, οι οποίες κόβονται σαν φραντζόλες και τοποθετούνται η μία πάνω στην άλλη διαμορφώνοντας μονολιθικές κατασκευές με μεγάλη σταθερότητα.
Πως λειτουργούσε αυτό το σπίτι σε σχέση με τις καιρικές συνθήκες;
Εκμεταλλευτήκαμε τη τεράστια θερμική μάζα των τοίχων για να ζεσταίνεται το σπίτι τους χειμερινούς μήνες, διατηρώντας σταθερή μια ελάχιστη εσωτερική θερμοκρασία14 βαθμών, όταν η εξωτερική αγγίζει το μηδέν. Για την ψύξη του σπιτιού υπάρχουν εισαγωγές αέρα χαμηλά στη βορινή πλευρά και εξαγωγές αντίστοιχα στα ψηλότερα σημεία του σπιτιού. Επειδή δεν έχει χρησιμοποιηθεί τσιμέντο ή άλλα συνθετικά υλικά στην τοιχοποιία το κτίριο αναπνέει και διαπνέει άριστα.
Όσον αφορά στις περιβαλλοντολογικές επιπτώσεις;
Αν το σπίτι κάποτε γκρεμιστεί, μόνο η στέγη θα μείνει για να θυμίζει την ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση. Αυτό είναι το σημαντικότερο λάθος που κάναμε στη κατασκευή του σπιτιού και σκοπεύουμε να την αντικαταστήσουμε με μια φυτεμένη.
Τα σπίτια αυτά είναι σταθερ

Tα cobόσπιτα (part 1o) κόστος κατασκευής 1500-2000 ευρώ

α cobόσπιτα είναι κτίσματα με το μικρότερο δυνατό οικολογικό και οικονομικό κόστος. Φτιάχνονται με τα χέρια σαν γλυπτά, από υλικά του άμεσου περιβάλλοντός και σύμφωνα με μια πανάρχαια τεχνική. Ο Κώστας Κοντομάνος είναι ένας οικονομολόγος που μυήθηκε σ’ αυτή.
Από τι υλικά είναι φτιαγμένα τα σπίτια;
Στα σπίτια που κατασκευάζουμε προσπαθούμε να χρησιμοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερα φυσικά και τοπικά διαθέσιμα υλικά. Αυτό συνεπάγεται μηδενικό ή ελάχιστο κόστος μεταφοράς και επεξεργασίας, άρα πολύ χαμηλό οικολογικό αποτύπωμα του σπιτιού. Επιλέγουμε υλικά που, ανάλογα με το μέρος, είναι άμεσα διαθέσιμα και σε αφθονία: πέτρα, χώμα, άχυρο, ξύλο, φύκια, τρίχες ζώων κτλ. Αν λοιπόν χτίσουμε στη Μάνη, θα χρησιμοποιήσουμε πέτρα, στις Πρέσπες χώμα και στη λίμνη Πλαστήρα τσατμά (τοιχοποιία από ξύλο και χώμα). Προσπαθούμε επίσης να ανακυκλώνουμε κάποια από τα πιο βιομηχανικά υλικά του σπιτιού (Κουφώματα, σωλήνες, πλακάκια).
Πρόκειται για κάτι καινούριο ή δοκιμασμένο από τεχνικής άποψης;
Αυτά τα σπίτια είναι τόσο παλιά όσο και η έννοια σπίτι. Η μόνη διαφορά είναι ότι στη κατασκευή τους πλέον χρησιμοποιείται και η σύγχρονη τεχνολογία και γνώση που τα κάνει πιο ανθεκτικά, εύχρηστα και αποτελεσματικά.
Πως γίνεται ο σχεδιασμός τους; Τι διαδικασία ακολουθείται;
Ο σχεδιασμός τους γίνεται ανθρωποκεντρικά, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις πραγματικές ανάγκες και διαστάσεις των ανθρώπων που θα τα κατοικήσουν. Χρησιμοποιούνται οργανικά σχήματα, μοντέλα δηλαδή δανεισμένα από τη φύση. Τέλος δίνεται μεγάλη έμφαση στον ενεργειακό σχεδιασμό τους, ο οποίος μειώνει δραματικά τις ανάγκες τους σε ψύξη και θέρμανση.
Ποιο είναι κατά μέσο όρο το κόστος τους;
Το κόστος ξεκινά από πολύ χαμηλά (1.500-2.000 ευρώ) και κυμαίνεται ανάλογα με τα υλικά και τον τρόπο κατασκευής τους.

Κινδυνεύει ο λαγόγυρος!

Αν και το όνομά του παραπέμπει σε λαγό, δεν έχει καμία σχέση με αυτόν. Ο λαγόγυρος είναι ένας εδαφόβιος σκίουρος και η Ελλάδα αποτελεί το νοτιότερο άκρο εξάπλωσής του στον ευρωπαϊκό χώρο. Τα τελευταία χρόνια όμως η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των καλλιεργειών εις βάρος του φυσικού περιβάλλοντος και η εγκατάλειψη της παραδοσιακής γεωργίας έχουν οδηγήσει σε μείωση του πληθυσμού του.
Τις ίδιες συνέπειες έχει για το είδος η ανάπτυξη των υποδομών (π.χ. βιομηχανιών, οδικού δικτύου κ.ά.), η επέκταση των οικισμών και η συρρίκνωση των βιοτόπων του. Επιπλέον, όπως αναφέρει ο επίκουρος καθηγητής στον Τομέα Ζωολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Διονύσης Γιουλάτος, πολλοί λαγόγυροι χάνονται εξαιτίας παράνομων παγιδεύσεων και συγκρούσεων με οχήματα. Ο αριθμός των ελληνικών λαγόγυρων φθίνει, εκτός από πληθυσμιακά, και γενετικά. Ως κύρια αιτία οι ειδικοί εντοπίζουν την ενδογαμία και τον κατακερματισμό των βιοτόπων, χωρίς όμως αυτό να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, επισημαίνει ο κ. Γιουλάτος. Ειδικότερα, το είδος ζει σε τρεις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης: -σε τμήματα της Κοζάνης και των Γιαννιτσών (Δυτική Μακεδονία) - στην κοιλάδα του Αξιού, στον Γαλλικό, τον Χορτιάτη, τη Θέρμη, την Πυλαία και περιοχή των Σερρών (Κεντρική Μακεδονία) και - σε περιοχές της Αλεξανδρούπολης, στο Δέλτα Έβρου, και σε μεμονωμένες περιοχές του Βόρειου - Βορειοανατολικού Έβρου (Θράκη). Οι τρεις αυτοί πληθυσμοί όπως φαίνεται δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Σύμφωνα με το Κόκκινο Βιβλίο Των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας της Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας ο λαγόγυρος κατατάσσεται ως είδος στη διεθνή κατηγορία κινδύνου «τρωτό». Μάλιστα, όπως αναφέρεται στο βιβλίιο, η έκταση εξάπλωσής του εκτιμάται ότι φτάνει τα 4.320 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ η έκταση κατοικίας του περίπου τα 2.650 τετραγωνικά χιλιόμετρα. «Ο ακριβής αριθμός των λαγόγυρων στην Ελλάδα δεν είναι γνωστός αφού δεν έχει γίνει συστηματική καταμέτρηση», τονίζει ο κ. Γιουλάτος, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει το 2002 με ομάδα μεταπτυχιακών φοιτητών την πρώτη μελέτη του είδους στην Ελλάδα. Ο πληθυσμός του είδους, με αισιόδοξους υπολογισμούς, φτάνει τους περίπου 50.000 λαγόγυρους. Για τη διατήρησή τους, σύμφωνα με τον κ. Γιουλάτο, απαιτείται εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας για την προστασία τους και ευαισθητοποίηση όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων. «Πρέπει απαραιτήτως να γίνει καταγραφή της βιολογίας, οικολογίας και εξάπλωσης του είδους στον ελλαδικό χώρο. Είναι πολύ σημαντικό να διαπιστωθεί κατά πόσο οι πληθυσμοί του είδους είναι διακριτοί μεταξύ τους, εάν υπάρχει γενετική ροή ανάμεσά τους και σε τι ποσοστά. Με τέτοιου είδους επιστημονικά δεδομένα θα πρέπει να θεσμοθετηθούν νέες, ή να αποχαρακτηριστούν άλλες, ζώνες προστασίας και ασφαλείς διάδρομοι επικοινωνίας τους είδους», υποστηρίζει ο καθηγητής. Εκτός από την Ελλάδα αυτός ο μικροσκοπικός σκίουρος επιβιώνει ακόμη στη Βουλγαρία, τη Νότια Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, την Τσεχία και την Αυστρία όπου συναντάται ακόμη και σε περιαστικές περιοχές της Βιέννης. Όσα γνωρίζει η επιστήμη για τον λαγόγυρο Είναι: ημερόβιο θηλαστικό Προτιμά: λιβάδια και ξέφωτα. Μπορεί όμως να τον δει κανείς και σε σχετικά χέρσα εδάφη, σε θαμνώνες, σε βοσκότοπους, ακόμη και σε αστικά πάρκα, κήπους, αεροδρόμια ή γήπεδα γκολφ. Διαχειμάζει: για έξι μήνες σε υπόγεια λαγούμια που έχουν δύο με τέσσερις εισόδους και βάθος έως ένα μέτρο. Κάθε ζώο έχει το δικό του σύστημα λαγουμιών. Γεννά: την Άνοιξη δύο και οκτώ νεογνά.